Με αφορμή τις χθεσινές Ευρωεκλογές και την αθεράπευτη ανάγκη για Δημοκρατία στη εποχή μας, σας βάζουμε λίγο πρόωρα το αναφερόμενο στον τίτλο κεφάλαιο του βιβλίου που μάλλον αύριο θα δημοσιεύσουμε με καινούργια πράγματα και θα δώσουμε για εκτύπωση, επειδή σύντομα θα κατέβω στην Κρήτη και θέλω να κρατάω για εκεί κάποια αντίτυπα.
Επίσης το δημοσιεύουμε επειδή όσοι έχουν πάρει φυσικά βιβλία από εμάς μέχρι να τυπωθεί το καινούργιο, δεν μπορούν να το έχουν διαβάσει γιατί είναι νέο, δηλαδή δεν υπήρχε.
Βέβαια μπορεί να μην έχουν διαβάσει καν και αυτά που το βιβλίο που πήραν γράφει, αλλά αυτό είναι μάλλον ένα άλλο θέμα προς συζήτηση 😂.
Καλό βράδυ και καλή σας ανάγνωση…
(Έχει προηγηθεί το κεφάλαιο “Λίγα Λόγια Για Τον Ρατσισμό που σε ένα σημείο του αναφέρεται εν ολίγοις:
Αν κάποιος είχε μόνο τη στρεβλή αντίληψη ή απλά την άποψη, ότι οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, χωρίς όμως να μισεί· αυτό από μόνο του δεν θα πείραζε ίσως και καθόλου.
Θα μπορούσε στη χειρότερη περίπτωση, όμως και πιο πιθανή, αυτός ο άνθρωπος να συμπεριφέρεται υπεροπτικά έναντι των ανθρώπων που θεωρεί κατωτέρους του, αλλά αυτό θα ήταν όλο κι όλο.
Φυσικά το πρόβλημα θα ήταν πολύ μεγαλύτερο, αν βάσει αυτής της σίγουρα στρεβλής αντίληψης, οι ανθρώπινες κοινωνίες νομοθετούσαν και απέδιδαν δικαιώματα.
Η πολύ μεγάλη όμως δυσκολία στη σύγχρονη εποχή, που είναι κατοχυρωμένη συνταγματικά η ισότητα απέναντι στον νόμο, την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα, δημιουργείται όταν τα λόγια και οι πράξεις του ρατσιστή, διακατέχονται με αισθήματα παθιασμένου μίσους προς τους συνανθρώπους του και αυτό βρίσκει οπαδούς που έχουν παρόμοια αισθήματα μίσους για το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε και δημιουργούν εγκληματικές ομάδες, συμμορίες, ακόμη και οργανώσεις, που ξυλοκοπούν και ξυλοκοπούν ακόμη και μέχρι θανάτου.
Οπλίζουν χέρια με όπλα και μαχαίρια, που τα χρησιμοποιούν εναντίον αυτών που θεωρούν όχι απλά κατωτέρους τους, αλλά ακόμη και μιάσματα της κοινωνίας και που διαιωνίζουν τη ρητορική και την ιδεολογία του μίσους, στους νεαρούς συνήθως ανθρώπους της χώρας τους.)
Επιβολή Και Δημοκρατικός Άνθρωπος, Ή Κάποιες Από Τις Σχέσεις Των Ανθρώπων
Προς το τέλος του μόλις προηγούμενου κεφαλαίου «Λίγα Λόγια Για Τον Ρατσισμό», αναφέραμε:
«Η κύρια αιτία όπως γράψαμε και προηγουμένως για το πρόβλημα του ρατσισμού, είναι κατά τη γνώμη μας το μίσος γενικά που νιώθει κάποιος άνθρωπος και που υπάρχει η ανάγκη του είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι, κάπου αυτό να διοχετευτεί, κάπως αυτό να εκτονωθεί.
Για αυτό και όλες οι ρατσιστικές ρητορικές, είναι ρητορικές μίσους.
Δηλαδή η πιο βαθιά αιτία του προβλήματος του ρατσισμού, πάντα κατά τη γνώμη μας, είναι η διάθεση επιβολής των θέλω κάποιων ανθρώπων, στις ζωές κάποιων άλλων ανθρώπων, που καθόλου δεν τα επιθυμούν.
Που καθόλου δεν τα επιθυμούν αλλά οι ρατσιστές-δυνάστες, αποδίδουν κάποιου είδους δικαιοσύνη σε αυτά τα θέλω πάνω τους και έτσι δικαιολογούν απόλυτα τους εαυτούς τους στο να τα επιβάλλουν.
Το μίσος τους δε αυτό πυροδοτεί το πρόβλημα, βοηθώντας τα μάλα στην -ανάλογη με την έντασή του- βίαιη αυτή επιβολή, εκείνων που επιθυμούν.
Το ουσιαστικό πρόβλημα δηλαδή δεν δημιουργείται από αυτούς που πιστεύουν ότι οι άνθρωποι με διαφορετικά -για παράδειγμα φυσικά- χαρακτηριστικά είναι ανώτεροι, αλλά από αυτούς που εξαιτίας αυτών των απόψεων, προσπαθούν να επιβάλλουν και στους υπόλοιπους ανθρώπους τις απόψεις τους ως τρόπο σκέψης, με πράξεις που γεννάει το μίσος τους και ο φανατισμός τους όπου και όποτε είναι περισσότεροι, ενώ δεν τους λείπει καθόλου και η ρητορική.
Τη βίαιη επιβολή των απόψεων τους όμως, συμβαίνει δυστυχώς να θέλουν να επιβάλλουν και κάποιοι από εκείνους που σκέφτονται με έναν τρόπο που συμπεριλαμβάνει ισότιμα -θεωρητικά και πρακτικά- τις μειονότητες, όχι όμως σε αυτήν την ισοτιμία τους και τους γενικά παραδεκτούς ρατσιστές.
Είναι και αυτό ρατσισμός;
Κατά την προσωπική μας γνώμη, στην αρκετά όμως ευαίσθητη έκφρασή της, ξεκάθαρα είναι.
Είναι γιατί οι ίδιοι οι αντιρατσιστές, διαχωρίζουν τους ανθρώπους σύμφωνα με την ιδεολογία τους, ενώ θα πρέπει οι λεγόμενοι ρατσιστές, να καταγγέλλονται και να διώκονται από την πολιτεία και μόνο και φυσικά, όχι για την ιδεολογία τους, για την ιδεολογία τους καθόλου μα καθόλου, αλλά μόνο και μόνο για τα εγκλήματα που διαπράττουν· πράγματι ακόμη περισσότερο όταν διαπράττονται αυτά βάσει της ιδεολογίας τους, γιατί δηλώνουν τουλάχιστον πρόθεση από μέρους τους· όταν και όποτε τα διαπράττουν.
Όμως και για κάποιου ανθρώπου την ιδεολογία που δεν είναι αυτό που μόλις περιγράψαμε ρατσισμός, που μάλλον κάτι τέτοιο είναι κυρίαρχα το σύνηθες· και αυτή η συμπεριφορά φανερά, δημιουργεί προβλήματα στις ανθρώπινες κοινωνίες, ειδικά στις αρκετά εκλεπτυσμένες -ή αν προτιμάτε ευαίσθητες- από αυτές.
Πέραν δηλαδή των προβλημάτων από τις εκδηλώσεις μίσους και βίας και των αντιρατσιστών που όλοι βλέπουμε να αντιμετωπίζονται από τους πολίτες και την πολιτεία και που επιπλέον φανερά, το μίσος και η βία ως οποιαδήποτε αντιμετώπιση οποιουδήποτε πράγματος γεννάει μίσος και βία, ή αν προτιμάτε τουλάχιστον το διαιωνίζει.
Αρκετές φορές όμως, δημιουργεί ακόμη και τις λεγόμενες βεντέτες, μεταξύ των δύο εκείνων ομάδων ρατσιστών και αντιρατσιστών.»
Συνεχίζουμε.
Δεδομένου του μόλις παραπάνω προβλήματος, να γράψουμε μερικά πράγματα, για κάποιες από τις σχέσεις των ανθρώπων, με κάποια ειδικότερα χαρακτηριστικά.
Στην ουσία το πρόβλημα είναι η διάθεση επιβολής των θέλω κάποιων ανθρώπων, στις ζωές κάποιων άλλων ανθρώπων, που καθόλου δεν τα επιθυμούν.
Καθόλου δεν τα επιθυμούν και ούτε αποδίδουν γενικότερα, κάποιου είδους δικαιοσύνη πάνω τους, για να δικαιολογείται να τα ανεχθούν.
Ενώ συνάμα αφορούν ελάχιστα τη ζωή των αυτόκλητων, προσπαθούντων μελλοντικά δυναστών τους και κυρίαρχα τη δική τους ζωή και μόνο.
Αυτόκλητων όσον αφορά την προσπάθεια επιβολής τους ως δυνάστες, γιατί την πόρτα της στενή τους σχέσης που συνήθως χρειάζεται ως προϋπόθεση για την προσπάθεια επιβολής των θέλω τους, την έχουν ανοίξει από κοινού και μάλλον το λιγότερο ισότιμα.
Το μίσος των αυτόκλητων προσπαθούντων μελλοντικά δυναστών, για τους ανθρώπους που δεν επιθυμούν στις ζωές τους τα θέλω τους, κάνει το πρόβλημα ουσιαστικό, συνάμα και τραγικό.
Συμβαίνει να είναι και τραγικό, επειδή ακριβώς τότε, η προσπάθεια επιβολής τους γίνεται απόλυτη προτεραιότητά τους, χωρίς να έχουν και κανέναν ενδοιασμό που δεν πρόκειται για τη δική τους προσωπική ζωή αλλά την προσωπική ζωή άλλων ανθρώπων, ενώ επιπλέον χρησιμοποιούν ίσως και κάθε νόμιμο ή μη νόμιμο μέσω, θεμιτό ή αθέμιτο μέσω, σεβαστό ή ασεβές μέσω, για να πραγματοποιήσουν τις επιβολές τους αυτές.
Το μέτρο για να μην κάνουν κάτι τότε, το βάζουν κυριολεκτικά μόνο οι ίδιοι.
Συμβαίνουν δυστυχώς στην τραγική τους μορφή αυτά, κυρίως όπου υπάρχουν πολύ στενές σχέσεις βαθιά προβληματικών ανθρώπων, όταν προκύψουν οι κατάλληλες συνθήκες, για να εκδηλωθούν.
Συμβαίνουν μάλλον ως παράπλευρη δυσαρμονία τής εκ φύσεως επιθυμίας του ανθρώπου και της αγάπης του να συνδέεται, να κοινωνεί και να επικοινωνεί, με όλες νομίζουμε τις γύρω του οντότητες.
Συμβαίνουν όπου υπάρχουν πολύ στενές σχέσεις ανθρώπων, είτε συναισθηματικής φύσεως, είτε εργασιακής, είτε οικογενειακής, είτε ετερόφυλης ερωτικής ή πιθανότατα και ομοφυλόφιλης ερωτικής, είτε ακόμη και «φιλικής» φύσεως, όμως πάντα πολύ στενής φύσεως σχέση και έντονα συναισθηματικής.
Να αναφέρουμε όμως ότι όσον αφορά την εργασία και τα πολύ μικρά παιδιά, κάποιες φορές η επιβολή μπορεί να γίνει «αναγκαία»· αν και κατά τη γνώμη μας και πάλι αυτή η «αναγκαιότητα», σε βάθος χρόνου και με κάποια σχετικότητα, θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα, από ότι αν δεν πραγματοποιούταν ο οποιοσδήποτε εξαναγκασμός της.
Επίσης να αναφέρουμε και ότι ειδικά στις ρατσιστικές εκδηλώσεις των ανθρώπων και όχι απλά στις σχέσεις τους, υπάρχουν κατά καιρούς και τυφλά χτυπήματα.
Εκτός αν αυτά συσχετίζονται με κάποιο τρόπο γενικότερο για τους θύτες, όπως για παράδειγμα θα μπορούσαν να σχετίζονται ο τόπος επιλογής των εγκλημάτων ή κάποιες ιδιότητες των θυμάτων τους και δεν έχει συσχετισθεί αυτό ακόμη από την πολιτεία, αποκαλύπτοντάς της το.
Πρακτικά η επιβολή αυτή -συνεχίζουμε με τις σχέσεις- συνήθως πραγματοποιείται μεμονωμένα σε έναν μόλις άνθρωπο, που απλά μισείται από κάποιους άλλους ανθρώπους και που στη συνειδητή ή στην ασυνείδητη φιλοσοφία τους, έχουν ως σκοπό να επιβάλλονται όποτε κι αν μπορούν στους γύρω τους, κατ’ επέκταση και σε εκείνον.
Η βασική δηλαδή προϋπόθεση, είναι να μπορούν να του επιβληθούν.
Ενώ και στη συνέχεια για να αποκτήσει αυτό και τραγικότητα όπως αναφέραμε, αναγκαία προϋπόθεση είναι να τον μισούν.
Να τον μισούν, που στην ιδιοσυγκρασία τους αυτό προκύπτει μάλλον, αφού τον έχουν πρώτα αγαπήσει πολύ, πάντα με τον τρόπο τους.
Συνεχίζουμε όμως με την επιβολή, που για εμάς εκείνη ακριβώς διαφοροποιεί ακόμη και τον Δημοκρατικό άνθρωπο, από το Δημοκρατικό Πολίτευμα.
Οι αυτόκλητοι δυνάστες που προσπαθούν και πολύ για αυτό, όποτε μπορούν επιβάλλονται επειδή είναι στην ασυνείδητη κυρίως φιλοσοφία τους, αλλά με έναν τρόπο κάπως συγκεκαλυμένο για τον έξω κόσμο ή και για το ίδιο το θύμα τους μέχρι να φανερωθεί, πιθανότατα συγκεκαλυμένο και για τον ίδιο τους τον εαυτό.
Χρησιμοποιούν δε πλάγια μέσα, με ουσιαστικά κάπως κρυψίνους τρόπους λόγων και έργων, τουλάχιστον για τον εκτός από το θύμα τους κόσμο, ίσως επειδή βαθιά μέσα τους καταλαβαίνουν το μεμπτό τού να θέλουν να επιβάλλονται, ειδικά σε κάτι που δεν τους αφορά ιδιαίτερα, ή τουλάχιστον δεν τους αφορά περισσότερο από το θύμα τους.
Λειτουργούν όμως έτσι, ξεκάθαρα και για να πετύχουν με περισσότερη βεβαιότητα, τους στόχους τους.
Αυτό ακριβώς είναι ο μη Ευθύς συνάμα και ο μη Δημοκρατικός Άνθρωπος, που στο παρασκήνιό του, επιτυγχάνει συνήθως μόνο πρόσκαιρα τους στόχους του.
Τους επιτυγχάνει δηλαδή μέχρι να γίνει με βεβαιότητα φανερός ο ρόλος του και ας ελπίσουμε ότι όταν γίνει αυτό, θα προσπαθήσει πολύ να αλλάξει ως άνθρωπος.
Ενώ το ακριβώς αντίθετό του, είναι ο πραγματικά Δημοκρατικός Άνθρωπος, που κατά κανόνα είναι και Ευθύς.
Ευθύς με την έννοια ότι του αρέσει να φανερώνονται τα πράγματα, τουλάχιστον όταν τον κατηγορούν, επειδή δεν κάνει κάτι το -με οποιονδήποτε τρόπο- μεμπτό.
Απεναντίας πράττει όμορφα για όλους, θύτες, θύματα και εαυτό.
Οι στόχοι δε του Δημοκρατικού Ανθρώπου για να επιτευχθούν, χρειάζονται πολύ χρόνο, όμως αν επιμείνει σε αυτούς με ευγένεια, επειδή είναι και οι ίδιοι οι στόχοι του ευγενικοί, νομίζουμε ότι επιτυγχάνονται στη συντριπτική τους πλειονότητα και διατηρούνται και για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το σημαντικό όμως δεν είναι η επιτυχία του στόχου, αλλά η χαρά του ανθρώπου, όταν είναι πράγματι άνθρωπος.
(σ.σ. Να πούμε εδώ ότι είναι άλλο πράγμα το Δημοκρατικό Πολίτευμα, ακόμη και με την έννοια της λέξης στην Αρχαία Αθήνα και άλλο πράγμα ο Δημοκρατικός Άνθρωπος.
Αυτό κυρίως επειδή το Δημοκρατικό Πολίτευμα, Επιβάλλει Με Την Εκτελεστική Του Εξουσία, υποχρεώνοντας όλους τους πολίτες, να δεχθούν εκείνο που ψήφισαν οι περισσότεροι.
Ή και όσον αφορά τη θέσπιση νόμων στην Αρχαία Αθήνα της Δημοκρατίας, οι πάρα πολλοί περισσότεροι, με επιπλέον έναν ελάχιστο αριθμό συμμετεχόντων στη διαδικασία.
Το τελευταίο επειδή όλοι οι νόμοι τους τότε, είχαν την ισχύ του σημερινού μας Συντάγματος.
Και αυτή η διαφοροποίηση στην πλειοψηφία για την κατοχύρωση των νόμων στη Δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας, ή αν προτιμάτε των νόμων του Συντάγματος έναντι των απλών νόμων στη σημερινή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, έχει τη φανερή σημασία ότι θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με μια παραπάνω βεβαιότητα, για το άριστο εκείνου, που προσπαθεί να προάγει.
Θα μιλήσουμε για όλα αυτά στο βιβλίο, αρκετά μετέπειτα.
Να πούμε όμως ότι η Δημοκρατία επιβάλλει, λόγω πρακτικών προβλημάτων που προκύπτουν από εκείνους που δεν συμφωνούν, με την υλοποίηση των αποφάσεών της.
Είναι δηλαδή για εκείνη αυτό, κάποιο αναγκαίο κακό.
Επειδή όμως στη φιλοσοφία της ικανοποιεί τις γνώμες και τις αποφάσεις των πολλών πολιτών, αυτή η υποχρεωτική επιβολή για κάποιους πολίτες, συμβαίνει με τον δικαιότερο τρόπο ή αν προτιμάτε κάνοντας το λιγότερο αναγκαίο κακό, επειδή επιβάλλεται στους όσο το δυνατόν λιγότερους πολίτες, οι υπόλοιποι το ψήφισαν, που λογικά σημαίνει ότι το επιθυμούν.
Συνάμα και το αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτής της φιλοσοφίας για την πολιτεία, της φιλοσοφίας δηλαδή του να ικανοποιούνται οι αποφάσεις των πολλών πολιτών, είναι αποδεδειγμένα καλύτερο από το να ικανοποιούνται -όπως στη φιλοσοφία κάποιου άλλου πολιτεύματος- οι αποφάσεις λιγότερων πολιτών, όποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κι αν έχουν οι πολίτες εκείνοι.
Για την ακρίβεια όμως δεν επιβάλλει η Δημοκρατία, επιβάλλει η εκτελεστική ή διοικητική της εξουσία, που χρειάζεται να αναλάβει ρόλο κυρίως για να υλοποιήσει τις αποφάσεις του λαού.
Να υλοποιήσει τις αποφάσεις του λαού, που εξυπακούεται ότι όλο αυτό που περιγράφουμε, συμβαίνει στην Άμεση Δημοκρατία και όχι στην αντιπροσωπευτική, που την Άμεση εννοούμε στο εδώ κεφάλαιο με τον όρο Δημοκρατία.
Φανερά όμως σε κάποια οριοθετημένα πλαίσια που μπορεί να έχει μια απόφαση που αγγίζει πολλούς ανθρώπους και όχι μόνον έναν, η άμεση Δημοκρατία αποδίδει -όπως ξαναγράψαμε- τη δικαιότερη ενέργεια της εξαναγκαστικής πολιτικής εξουσίας, συνδυάζοντας και ένα πολύ καλό πρακτικό αποτέλεσμα, ακόμη και για εκείνους που δεν ψήφισαν υπέρ τού να γίνει η ενέργεια αυτή, ή τουλάχιστον όχι κατά τον τρόπο που υλοποιείται ή υλοποιήθηκε.
Το τελευταίο ως γεγονός μας το λέει το ότι, είτε τώρα είτε στο παρελθόν, οι πιο δημοκρατικές χώρες και σε αυτήν την πρόταση εννοούμε και τις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, κυρίαρχα αν όχι απολύτως, ευημερούσαν και ευημερούν στους περισσότερους τουλάχιστον τομείς, έναντι των μη δημοκρατικών χωρών.
Δηλαδή εν ολίγοις η άμεση Δημοκρατία συνδυάζει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την πολιτεία, ενώ επιβάλλεται ταυτοχρόνως, στους όσο το δυνατόν λιγότερους πολίτες της.
Να γράψουμε δε ακόμη μια γραμμή και να πούμε ότι το αν είναι λάθος κάποια από τις γνώμες των πολλών πολιτών που ψηφίστηκε, τότε περισσότεροι άνθρωποι θα μάθουν δυνητικά από το λάθος τους στην εφαρμογή του πλέον και άρα περισσότεροι θα βελτιωθούν.
Αυτό το προτέρημα το έχει μόνο το πολίτευμα της Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας με την έννοια της λέξης που είχε στην Αρχαία Αθήνα, ή αν προτιμάτε της άμεσης Δημοκρατίας, στη σημερινή της κατηγοριοποίηση.)
Ενώ ο Δημοκρατικός Άνθρωπος -συνεχίζουμε- σε αντιδιαστολή με εκείνους που επιβάλλουν στους άλλους τα θέλω τους, δεν επιβάλλει τίποτα σε κανέναν άνθρωπο, αν και ζητάει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις για τη συνύπαρξή τους στον ίδιο χώρο, χωρίς -αν δεν καθίσταται αναγκαίο- καν να τις επισημαίνει.
Μπορεί να το κάνει αυτό, επειδή ακριβώς μπορεί να το επιλέξει για τον εαυτό του και να υποστεί μονάχα εκείνος τις αρνητικές -και τις θετικές- συνέπειες, αυτής της επιλογής.
Επίσης κι επειδή δεν χρειάζεται με οποιονδήποτε τρόπο, να ασκεί οποιουδήποτε είδους εξουσία στους γύρω του.
Προφυλάσσουν την ύπαρξή του, τουλάχιστον από τις πολύ σοβαρές επιβουλές που θα χρειαζόταν ίσως τότε να κάνει κάτι, οι νόμοι του κράτους και το Σύνταγμα.
Ή αν προτιμάτε, τον προφυλάσσουν οι φόβοι εκείνων που παραβαίνουν τους νόμους, μην και αυτεπάγγελτα ή από καταγγελία αναλάβει ρόλο το κράτος(εξουσία), στην επιβολή των κανόνων δικαίου.
Όταν δεν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις για τη συνύπαρξή του με τους ίδιους ανθρώπους, βρίσκει και κάνει παρέα με άλλους ανθρώπους που τις πληρούν.
Με εκείνους που εξακολουθούν να μην πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές και βρίσκονται στον ίδιο χώρο υποχρεωτικώς μαζί του απλά τους ανέχεται, χωρίς ιδανικά καθόλου να παραπονιέται, ούτε καν να αλλάζει στο ελάχιστο η διάθεσή του.
Να πούμε εδώ ότι καθόλου Δημοκρατικός, δεν είναι και ο άνθρωπος που προσπαθεί να επιβάλλει κάτι ακόμη και ως πιο σωστό από κάτι άλλο.
Πιο σωστό είτε κατά τη γνώμη του, είτε και κατά γενική ομολογία.
Παρόλο που αυτήν τη συμπεριφορά την επιζητούν ή την έχουν ως πρότυπο οι περισσότεροι άνθρωποι ακόμη και στη σύγχρονη εποχή, είτε για τους φίλους τους είτε για τον ίδιο τον εαυτό τους.
Διατυμπανίζουμε ότι ο Δημοκρατικός Άνθρωπος απεχθάνεται την επιβολή, την οποιαδήποτε επιβολή, ή έστω την προσωπική επιβολή οποιουδήποτε και θα επιθυμούσε με λόγια και με έργα, μόνο τον γόνιμο διάλογο, για τη διαλεύκανση των οποιονδήποτε ζητημάτων, έναν γόνιμο διάλογο που επίσης δεν επιβάλλει το να γίνεται.
Είναι όμως και κατά κανόνα ευθύς και ταυτόχρονα ιδιαίτερα ευγενικός και επιεικής, κυρίως επειδή σέβεται πολύ και νοιάζεται τους συνανθρώπους του, συνάμα κι επειδή λογαριάζει τα μάλα, τις ιδιαιτερότητές του χαρακτήρα τους, καθώς και γενικότερα εκτιμάει πολύ την υπόσταση της προσωπικότητας τουλάχιστον του κάθε ανθρώπου που συναντάει στη ζωή του, ή αν προτιμάτε ευρύτερα, εκτιμάει πολύ την κάθε έμβια και άβια οντότητα, που υπάρχει με κάποιο τρόπο στο Σύμπαν.
Όταν γίνεται διάλογος, θα επιθυμούσε και μόνο θα επιθυμούσε, αν η άποψή του είναι καλύτερη, να την επιλέξει ελεύθερα και ο συνομιλητής του, δηλαδή να πειστεί με αυτήν και τα επιχειρήματά της.
Αν δεν συμβεί αυτό, εξυπακούεται ότι δεν εκφέρει καν γνώμη για το γεγονός.
Εξυπακούεται ότι δεν εκφέρει καν γνώμη για το γεγονός, επειδή επίσης εξυπακούεται ότι είναι αποκλειστικό δικαίωμα του κάθε ανθρώπου και μόνο του κάθε ανθρώπου, η άποψη που έχει για το οποιοδήποτε θέμα.
Αν υπάρξει για αυτόν όμως κάποια καλύτερη πρόταση από τη δική του, καλύτερη έστω και υπό προϋποθέσεις· τη συμπεριλαμβάνει άμεσα στη φιλοσοφία του και αν γίνεται την αναπτύσσει κιόλας, επειδή η βελτίωση σε όλους τους τομείς της ζωής και της φύσης, είναι συνειδητοποιημένη πλέον ανάγκη από εκείνον και για τον εαυτόν του.
Επίσης έχει πολύ υψηλά στην ιεραρχία του, το να επιλέγει κανείς ελεύθερα και όποιο τρόπο ζωής θέλει, ακόμη κι αν βλάπτεται -με κάποιο μέτρο- ο ίδιος από αυτό το γεγονός, είτε βλάπτει τον άνθρωπο που επιλέγει τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής, πάλι με κάποιο μέτρο.
Βλάπτεται ή αν προτιμάτε καλύτερα, τον δυσκολεύει κάπως περισσότερο.
Το προτιμάει χιλιάδες φορές περισσότερο αυτό, από το να επιβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο από τον ίδιο ή και καθόλου από τον ίδιο, ακόμη και το αδιαμφισβήτητα σωστότερο και δικαιότερο και για τους δυο τους, στη συμπεριφορά.
Επαναλαμβάνουμε όμως, με κάποιο μέτρο, αν και η αλήθεια είναι ότι δεν έχει χρειαστεί καν να πλησιάσουμε αυτό το θεωρητικό όριό του εμείς, επειδή φυσικά υπάρχουν και οι νόμοι του κράτους, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι μάλλον ωριμάσαμε κάπως ως άνθρωποι.
Βέβαια υπάρχουν πάντα και οι δύσκολες ημέρες όλων μας.
Ακόμη να προσθέσουμε ότι όλα αυτά πηγάζουν από την αγάπη τού ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του και καθόλου μα καθόλου, ούτε καν στο ελάχιστο, από αδιαφορία ή οτιδήποτε άλλο παρεμφερές, προς εκείνον.
Στέλιος Μ/Α Βερναδάκης,
Μ/Α που είναι δηλαδή γονείς του η Μαρία και ο Αλέξανδρος.
Ηλιοβασίλεμα Στον Υμηττό Το Σάββατο 24/02/2024.